Τράνταγμα στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: τράνταγμα, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
избувне, тресок, удар
Τράνταγμα στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τράνταγμα

τράνταγμα στη μέση, τράνταγμα αυχένα, τράνταγμα στον ύπνο, τράνταγμα λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, τράνταγμα στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • τούφα στα σλαβομακεδονικά - снопче, брадичка, прамен, клопче, снопчето
  • τράβηγμα στα σλαβομακεδονικά - цртеж, цртање, цртежот, цртежи, за цртање
  • τράπεζα στα σλαβομακεδονικά - брегот, банка, банката, банкарски, банкарска, банкарските
  • τράπουλα στα σλαβομακεδονικά - пакет, глутница, пакетот, пакување, кутија
Τυχαίες λέξεις
Τράνταγμα στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: избувне, тресок, удар