Τόλμημα στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: τόλμημα, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
вложување, потфат, ризичен, вложување на, претпријатие
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τόλμημα
τόλμημα λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, τόλμημα στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- τόκος στα σλαβομακεδονικά - интерес, камата, интереси, каматните, интересот
- τόλμη στα σλαβομακεδονικά - смелост, храброста, бестрашност, храброст, слобода
- τόνος στα σλαβομακεδονικά - тон, тонот, тонус, тонот на, tone
- τόξο στα σλαβομακεδονικά - клунот, лак, поклонат, Топлинска, поклон, лакот
Τυχαίες λέξεις
Τόλμημα στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: вложување, потфат, ризичен, вложување на, претпријатие
Μεταφράσεις: вложување, потфат, ризичен, вложување на, претпријатие