Αυξάνω στα σλοβενικά
Μετάφραση: αυξάνω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
rasti, povečati, bonus, oživit, rastejo, raste, narašča, rast, rasla
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυξάνω
αυξάνω συνώνυμα, ατε αυξάνω, αυξάνω ή αυξάνομαι, αυξάνω english, αυξάνω μετάφραση, αυξάνω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, αυξάνω στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- αυνανισμός στα σλοβενικά - samozadovoljevanje, masturbacija, Masturbation, masturbacijo, Masturbacija je
- αυξάνομαι στα σλοβενικά - vstane, nasadit, rasti, rastejo, raste, narašča, rast, ...
- αυξομειώνω στα σλοβενικά - niha, giblje, spreminja, se giblje, se spreminja
- αυστηρά στα σλοβενικά - strogo, dosledno, ozko, nujno, izključno
Τυχαίες λέξεις
Αυξάνω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: rasti, povečati, bonus, oživit, rastejo, raste, narašča, rast, rasla
Μεταφράσεις: rasti, povečati, bonus, oživit, rastejo, raste, narašča, rast, rasla