Αυξάνω στα τούρκικα

Μετάφραση: αυξάνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
büyüme, artma, ilerletmek, gelişmek, büyümek, artmak, büyütmek, yükseltmek, büyümeye, büyür, büyüyecek, büyümesini
Αυξάνω στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυξάνω

αυξάνω συνώνυμα, ατε αυξάνω, αυξάνω ή αυξάνομαι, αυξάνω english, αυξάνω μετάφραση, αυξάνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, αυξάνω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αυνανισμός στα τούρκικα - mastürbasyon, Masturbasyon, masturbation
  • αυξάνομαι στα τούρκικα - bayır, büyütmek, dağ, yetiştirmek, artış, gelişmek, büyümek, ...
  • αυξομειώνω στα τούρκικα - değişmek, dalgalanma, dalgalanmalar, dalgalanır, değişiklik gösterir, dalgalandığı
  • αυστηρά στα τούρκικα - kesinlikle, sıkı, kesin, sıkı bir, katı
Τυχαίες λέξεις
Αυξάνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: büyüme, artma, ilerletmek, gelişmek, büyümek, artmak, büyütmek, yükseltmek, büyümeye, büyür, büyüyecek, büyümesini