Αυξάνω στα σουηδικά

Μετάφραση: αυξάνω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
öka, tilltaga, ökning, stegra, stegring, förstora, växa, växer, att växa, odla
Αυξάνω στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυξάνω

αυξάνω συνώνυμα, ατε αυξάνω, αυξάνω ή αυξάνομαι, αυξάνω english, αυξάνω μετάφραση, αυξάνω λεξικό γλώσσας σουηδικά, αυξάνω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • αυνανισμός στα σουηδικά - onani, Masturbation, Onanera, masturbationen
  • αυξάνομαι στα σουηδικά - berg, utveckla, stiga, växa, fjäll, odla, växer, ...
  • αυξομειώνω στα σουηδικά - fluktuerar, varierar, svänger, pendlar, fluctuates
  • αυστηρά στα σουηδικά - strikt, strängt, absolut, helt, restriktivt
Τυχαίες λέξεις
Αυξάνω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: öka, tilltaga, ökning, stegra, stegring, förstora, växa, växer, att växa, odla