Αδυναμία στα σουηδικά

Μετάφραση: αδυναμία, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
svaghet, svaga, svagheten, svag
Αδυναμία στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδυναμία

αδυναμία μου - μανώλης λιδάκης, αδυναμία συνώνυμο, αδυναμία σύνδεσης με τον πραγματικό ιστότοπο www.google.com, αδυναμία σύνδεσης με τον πραγματικό ιστότοπο twitter.com, αδυναμία σύνδεσης με τον πραγματικό ιστότοπο, αδυναμία λεξικό γλώσσας σουηδικά, αδυναμία στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • αδρανής στα σουηδικά - lat, inaktiv, inaktivt, inaktiva, aktiv
  • αδρός στα σουηδικά - grov, grova, grovt, grövre
  • αδυνατίζω στα σουηδικά - spenslig, smäcker, smal, smärt, debilitate, försvagar, försvaga, ...
  • αδύναμος στα σουηδικά - vek, spröd, matt, ömtålig, skör, orkeslös, klen, ...
Τυχαίες λέξεις
Αδυναμία στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: svaghet, svaga, svagheten, svag