Διασκευάζω στα σουηδικά
Μετάφραση: διασκευάζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
anpassa, lämpa, adaptera, modifierar, ändrar
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διασκευάζω
διασκευάζω βικιλεξικο, διασκευάζω συνωνυμα, διασκεδάζω βικιλεξικο, διασκεδάζω λεξικο, διασκευάζω οικογενεια λεξεων, διασκευάζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, διασκευάζω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- διασκέδαση στα σουηδικά - kul, nöje, roligt, roliga, rolig, gyckel
- διασκεδάζω στα σουηδικά - roa, frossa, njuter, frossar, njut, revel
- διασκευή στα σουηδικά - adaptation, anpassning, revidering, översyn, översynen, revision, ändring
- διασκορπίζομαι στα σουηδικά - scatter, spridnings, spridning, punkt
Τυχαίες λέξεις
Διασκευάζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: anpassa, lämpa, adaptera, modifierar, ändrar
Μεταφράσεις: anpassa, lämpa, adaptera, modifierar, ändrar