Εκτείνομαι στα σουηδικά

Μετάφραση: εκτείνομαι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
spänna, outspread, utbredd, utbredda, utspridd
Εκτείνομαι στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκτείνομαι

εκτείνομαι συνώνυμα, εκτείνομαι αγγλικα, εκτείνομαι συνώνυμο, εκτείνομαι λεξικό γλώσσας σουηδικά, εκτείνομαι στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • εκτίμηση στα σουηδικά - aktning, respekt, värdering, värdera, uppskatta, bedömning, bedömningen, ...
  • εκταφή στα σουηδικά - uppgrävning, gravöppningar, uppgrävningar, för gravöppningar, utgrävningar
  • εκτείνω στα σουηδικά - outspread, utbredd, utbredda, utspridd
  • εκτελώ στα σουηδικά - göra, utföra, utför, genomföra, fullgöra
Τυχαίες λέξεις
Εκτείνομαι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: spänna, outspread, utbredd, utbredda, utspridd