Μεθυσμένος στα σουηδικά
Μετάφραση: μεθυσμένος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
full, berusad, berusade, druckit, drickas
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεθυσμένος
μεθυσμένος για επικίνδυνες αποστολές, μεθυσμένος αθλητής, μεθυσμένος ονειροκρίτης, μεθυσμένος με γυναίκες και ζωγραφική, μεθυσμένος παπάς, μεθυσμένος λεξικό γλώσσας σουηδικά, μεθυσμένος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- μεζές στα σουηδικά - läckerbit, godbit, titbit
- μεθοδολογία στα σουηδικά - metodik, metodologi, metod, metoden, metod som
- μεθόριος στα σουηδικά - bård, gräns, rand, kant, marginal, gränsen, gränser
- μεθύστακας στα σουηδικά - alkoholist, rummy, version av Rummy
Τυχαίες λέξεις
Μεθυσμένος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: full, berusad, berusade, druckit, drickas
Μεταφράσεις: full, berusad, berusade, druckit, drickas