Μεθυσμένος στα ρωσικά
Μετάφραση: μεθυσμένος, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
пьяный, алкоголик, подвыпивший, нетрезвый, пьющий, полупьяный, пьян, пьяным, пьяны
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεθυσμένος
μεθυσμένος για επικίνδυνες αποστολές, μεθυσμένος αθλητής, μεθυσμένος ονειροκρίτης, μεθυσμένος με γυναίκες και ζωγραφική, μεθυσμένος παπάς, μεθυσμένος λεξικό γλώσσας ρωσικά, μεθυσμένος στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- μεζές στα ρωσικά - закуска, лакомый кусок, Titbit, лакомый кусочек, Титбит, лакомым кусочком
- μεθοδολογία στα ρωσικά - методология, методика, методологии, методологию, методики
- μεθόριος στα ρωσικά - край, граница, бровка, бордюр, окаймление, окаймлять, граничить, ...
- μεθύστακας στα ρωσικά - пьяный, сочный, роскошный, пышный, пропойца, пьяница, запой, ...
Τυχαίες λέξεις
Μεθυσμένος στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: пьяный, алкоголик, подвыпивший, нетрезвый, пьющий, полупьяный, пьян, пьяным, пьяны
Μεταφράσεις: пьяный, алкоголик, подвыпивший, нетрезвый, пьющий, полупьяный, пьян, пьяным, пьяны