Πρασινωπός στα σουηδικά
Μετάφραση: πρασινωπός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
grönaktig, grönaktigt, grön, grönaktiga
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρασινωπός
πρασινωπός λεξικό γλώσσας σουηδικά, πρασινωπός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- πραμάτεια στα σουηδικά - vara, handelsvaror, merchandise, varor, varorna
- πρασινάδα στα σουηδικά - grönska, grönskan, gröna, grönskande
- πρεβάζι στα σουηδικά - avsats, fönsterbrädan, fönsterbräda, fönsterkarmen, fönsterbräde, fönstersill
- πρεμιέρα στα σουηδικά - premiär, premiären
Τυχαίες λέξεις
Πρασινωπός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: grönaktig, grönaktigt, grön, grönaktiga
Μεταφράσεις: grönaktig, grönaktigt, grön, grönaktiga