Προσωρινά στα σουηδικά
Μετάφραση: προσωρινά, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
tillfälligt, temporärt, tillfällig, tillfället, för tillfället
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσωρινά
προσωρινά μέτρα, προσωρινά τατουάζ, προσωρινά εκτελεστή, προσωρινά φραγμένος, προσωρινά αποτελέσματα κυλιόμενου πίνακα αυτεπιστασίας 2012, προσωρινά λεξικό γλώσσας σουηδικά, προσωρινά στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- προσωπικότητα στα σουηδικά - personlighet, person, personligheten, personlighets, personer
- προσωποποιώ στα σουηδικά - personifiera, imitera, uppträda, uppträda som, likna
- προσωρινός στα σουηδικά - provisorisk, temporär, tillfällig, tillfälligt, tillfälliga, temporära
- προσόν στα σουηδικά - dygd, kvalifikation, kvalificering, kvalifikationer, examen, kompetens
Τυχαίες λέξεις
Προσωρινά στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: tillfälligt, temporärt, tillfällig, tillfället, för tillfället
Μεταφράσεις: tillfälligt, temporärt, tillfällig, tillfället, för tillfället