Προσωρινά στα τούρκικα
Μετάφραση: προσωρινά, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
geçici olarak, geçici, geçici bir süre
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσωρινά
προσωρινά μέτρα, προσωρινά τατουάζ, προσωρινά εκτελεστή, προσωρινά φραγμένος, προσωρινά αποτελέσματα κυλιόμενου πίνακα αυτεπιστασίας 2012, προσωρινά λεξικό γλώσσας τούρκικα, προσωρινά στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- προσωπικότητα στα τούρκικα - kişilik, kişiliği, bir kişilik, personality
- προσωποποιώ στα τούρκικα - taklit etmek, taklit, kimliğine bürünmek, almasına, özelliklerini almasına
- προσωρινός στα τούρκικα - geçici, geçici bir, geçici olarak
- προσόν στα τούρκικα - fazilet, yeterlik, nitelik, ehliyet, yeterlilik, kalifikasyon
Τυχαίες λέξεις
Προσωρινά στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: geçici olarak, geçici, geçici bir süre
Μεταφράσεις: geçici olarak, geçici, geçici bir süre