Αλατίζω στα τούρκικα

Μετάφραση: αλατίζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kür, tedavi, şifa, ilaç, ilâç, mısır, misir, corn, buğday
Αλατίζω στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αλατίζω

αλατίζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, αλατίζω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αλαζονικός στα τούρκικα - kibirli, küstah, arrogant, kibirli bir
  • αλαζόνας στα τούρκικα - ukala, stuffed shirt, kendini beğenmiş, sanan, sanan tip
  • αλατούχος στα τούρκικα - tuzlu, salin, tuzlu su, serum fizyolojik, saline
  • αλγεινός στα τούρκικα - iğrenç, korkunç, acı, ağrılı, acı verici, sancılı, acı veren
Τυχαίες λέξεις
Αλατίζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kür, tedavi, şifa, ilaç, ilâç, mısır, misir, corn, buğday