Αμπάρι στα τούρκικα
Μετάφραση: αμπάρι, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
durdurmak, tehir, kulp, gecikme, sap, dayanmak, korumak, tutmak, tutun, basılı tutun, sahip, tuşunu basılı tutun
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμπάρι
αμπάρι στα αγγλικά, αμπάρι πλοίου, αμπάρι λεξικό γλώσσας τούρκικα, αμπάρι στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αμοιβή στα τούρκικα - yarar, ücret, mükafat, bayrak, ödül, avantaj, ücretlendirme, ...
- αμοιβαίος στα τούρκικα - ortak, karşılıklı, yatırım, karşılıklı olarak
- αμπέλι στα τούρκικα - bağ, vineyard, üzüm bağı, Bağcılık, üzüm
- αμυγδαλή στα τούρκικα - amigdala, amigdal, amygdala, amigdalanın
Τυχαίες λέξεις
Αμπάρι στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: durdurmak, tehir, kulp, gecikme, sap, dayanmak, korumak, tutmak, tutun, basılı tutun, sahip, tuşunu basılı tutun
Μεταφράσεις: durdurmak, tehir, kulp, gecikme, sap, dayanmak, korumak, tutmak, tutun, basılı tutun, sahip, tuşunu basılı tutun