Απειρία στα τούρκικα
Μετάφραση: απειρία, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
deneyimsizlik, acemilik, deneyimsizliği, cahillik, tecrübesizlik
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απειρία
απειρία συνωνυμα, απειρία λεξικό γλώσσας τούρκικα, απειρία στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- απειλητικός στα τούρκικα - tehdit, tehdit eden, tehdit edici, tehdit eden bir, tehlike
- απειλώ στα τούρκικα - sindirmek, hector, gözdağı, gözdağı vermek, başına belâ
- απελαύνω στα τούρκικα - kovmak, çıkarmak, sınırdışı, sınır dışı, ihraç
- απελευθερώνω στα τούρκικα - kurtarmak, serbest, özgürleştirmek, çıkmasına, açığa
Τυχαίες λέξεις
Απειρία στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: deneyimsizlik, acemilik, deneyimsizliği, cahillik, tecrübesizlik
Μεταφράσεις: deneyimsizlik, acemilik, deneyimsizliği, cahillik, tecrübesizlik