Βαρώ στα τούρκικα
Μετάφραση: βαρώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ulaşmak, uzatmak, çarpışma, uzanmak, vuruş, darbe, kıvranmak, thrash, kıvranmaya, dövmek
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαρώ
βαρώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, βαρώ στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- βαρύς στα τούρκικα - güç, ağır, zahmetli, tınlayan, ağır bir, agir, şiddetli
- βαρύτητα στα τούρκικα - ağırlık, yerçekimi, gravite, çekim, gravity
- βασίλειο στα τούρκικα - krallık, krallığı, kingdom, krallığının, krallığın
- βασίλισσα στα τούρκικα - kraliçe, queen, kraliçesi, vezir, kız
Τυχαίες λέξεις
Βαρώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: ulaşmak, uzatmak, çarpışma, uzanmak, vuruş, darbe, kıvranmak, thrash, kıvranmaya, dövmek
Μεταφράσεις: ulaşmak, uzatmak, çarpışma, uzanmak, vuruş, darbe, kıvranmak, thrash, kıvranmaya, dövmek