Βαρώ στα ουκρανικά

Μετάφραση: βαρώ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
бити, вдарити, вдаряти, ударяти, удар, бити на, битиме
Βαρώ στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βαρώ

βαρώ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βαρώ στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • βαρύς στα ουκρανικά - обтяжливий, важкий, тяжкий, бездіяльний, важка, важку, найважчий
  • βαρύτητα στα ουκρανικά - статечність, тяжкість, гравітація, вага, вагу, ваги
  • βασίλειο στα ουκρανικά - вісь, царство, королівство, царства
  • βασίλισσα στα ουκρανικά - квебрахо, королева, Корольова
Τυχαίες λέξεις
Βαρώ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: бити, вдарити, вдаряти, ударяти, удар, бити на, битиме