Çarpışma στα ελληνικά

Μετάφραση: çarpışma, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σουξέ, σύγκρουση, βαρώ, χτυπώ, σύγκρουσης, συγκρούσεων, συγκρούσεως, πρόσκρουσης
Çarpışma στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • çarpma στα ελληνικά - σύγκρουση, πολλαπλασιασμός, πολλαπλασιασμό, πολλαπλασιασμού, τον πολλαπλασιασμό, του πολλαπλασιασμού
  • çarpık στα ελληνικά - στραβός, ανέντιμος, διεστραμμένος, στραβά, στραβό, κυρτά
  • çarpışmak στα ελληνικά - καταπολεμώ, αντιπαράθεση, μάχη, αγώνας, κλαγγή, αψιμαχία, προσκρούω, ...
  • çarşamba στα ελληνικά - παντρεύομαι, Τετάρτη, Τετάρτης, της Τετάρτης, την Τετάρτη
Τυχαίες λέξεις
Çarpışma στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: σουξέ, σύγκρουση, βαρώ, χτυπώ, σύγκρουσης, συγκρούσεων, συγκρούσεως, πρόσκρουσης