Εμπιστοσύνη στα τούρκικα

Μετάφραση: εμπιστοσύνη, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
itimat, güven, confidence, güveni, güven düzeyi, güvenin
Εμπιστοσύνη στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμπιστοσύνη

εμπιστοσύνη συνώνυμα, εμπιστοσύνη συνώνυμο, εμπιστοσύνη στο θεό, εμπιστοσύνη στη σχέση, εμπιστοσύνη αγγλικά, εμπιστοσύνη λεξικό γλώσσας τούρκικα, εμπιστοσύνη στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • εμπιστευτικός στα τούρκικα - gizli, gizlidir, gizlilik, gizli bir
  • εμπιστεύομαι στα τούρκικα - itimat, güven, Güvendikleri Oteller, güvendiği, güveni, tröst
  • εμπλέκομαι στα τούρκικα - istemek, söylenmek, keşmekeş, homurdanmak, hırlamak, arapsaçına çevirmek
  • εμπλέκω στα τούρκικα - istemek, tuzağa düşürmek, ağa düşürmek, dişlerinin birbirine
Τυχαίες λέξεις
Εμπιστοσύνη στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: itimat, güven, confidence, güveni, güven düzeyi, güvenin