Επικοινωνώ στα τούρκικα
Μετάφραση: επικοινωνώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
iletişim kurmak, iletişim, iletişime, iletişim kurma, haberleşmek
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επικοινωνώ
επικοινωνώ άρα υπάρχω, επικοινωνώ ετυμολογία, επικοινωνώ παράγωγα, επικοινωνώ μεταβατικό, επικοινωνώ λεξικό, επικοινωνώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, επικοινωνώ στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- επικεφαλίδα στα τούρκικα - başlık, başlığı, gitmeden, pozisyonunda, gidiyoruz
- επικοινωνία στα τούρκικα - iletişim, haberleşme, iletişimi, bir iletişim, bağlantı
- επικουρία στα τούρκικα - yardam, dikkat, endişe, yardım, yardımı, destek, hizmetleri, ...
- επικουρικός στα τούρκικα - şube, bağlı, iştiraki, bağlı ortaklığı, yan kuruluşu, bağlı kuruluşu
Τυχαίες λέξεις
Επικοινωνώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: iletişim kurmak, iletişim, iletişime, iletişim kurma, haberleşmek
Μεταφράσεις: iletişim kurmak, iletişim, iletişime, iletişim kurma, haberleşmek