Επικράτηση στα τούρκικα
Μετάφραση: επικράτηση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yaygınlık, prevalansı, prevalans, yaygınlığı, sıklığı
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επικράτηση
επικράτηση english, επικράτηση συνώνυμα, επικράτηση συνώνυμο, επικράτηση του χριστιανισμού, επικράτηση λεξικό γλώσσας τούρκικα, επικράτηση στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- επικουρία στα τούρκικα - yardam, dikkat, endişe, yardım, yardımı, destek, hizmetleri, ...
- επικουρικός στα τούρκικα - şube, bağlı, iştiraki, bağlı ortaklığı, yan kuruluşu, bağlı kuruluşu
- επικρίνω στα τούρκικα - ayıplama, eleştirmek, eleştirmeye, eleştiren, eleştiri, eleştirme
- επικρατώ στα τούρκικα - ağır gelmek, ağır basmak, baskın çıkmak, üstün olmak, ağır çekmek
Τυχαίες λέξεις
Επικράτηση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: yaygınlık, prevalansı, prevalans, yaygınlığı, sıklığı
Μεταφράσεις: yaygınlık, prevalansı, prevalans, yaygınlığı, sıklığı