Λάστιχο στα τούρκικα

Μετάφραση: λάστιχο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kauçuk, lastik, rubber, plastik
Λάστιχο στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λάστιχο

λάστιχο αντίστασης, λάστιχο ποτίσματος, λάστιχο νερού, λάστιχο ενδυνάμωσης, λάστιχο ψυγείου, λάστιχο λεξικό γλώσσας τούρκικα, λάστιχο στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • λάσκος στα τούρκικα - gevşek, Laskos
  • λάσπη στα τούρκικα - çimento, çamur, çamuru, mud, kerpiç
  • λάφυρα στα τούρκικα - ganimet, memuriyet, ganimeti, ganimetleri, spoils
  • λάχανο στα τούρκικα - kellem, lahana, lahanası
Τυχαίες λέξεις
Λάστιχο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kauçuk, lastik, rubber, plastik