Συγκολλώ στα τούρκικα

Μετάφραση: συγκολλώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
örme, örgü, örülmüş, dokuma, için örme
Συγκολλώ στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συγκολλώ

συγκολλώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, συγκολλώ στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • συγκινητικός στα τούρκικα - hareketli, hareket, hareket eden, taşıma, taşınma
  • συγκλονίζω στα τούρκικα - sarsmak, allak bullak, convulse, kıvrandırmak, kasılmaz
  • συγκρίνω στα τούρκικα - karşılaştırmak, karşılaştırın, karşılaştırma, karşılaştırabileceksiniz, karşılaştırın |
  • συγκρίσιμος στα τούρκικα - karşılaştırılabilir, benzer, kıyaslanabilir, mukayese, karşılaştırılabilecek
Τυχαίες λέξεις
Συγκολλώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: örme, örgü, örülmüş, dokuma, için örme