Συμπιέζω στα τούρκικα

Μετάφραση: συμπιέζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sıkıştırmak, sıkıştırabilir, sıkıştırma, sıkıştırabilirsiniz, kompres
Συμπιέζω στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμπιέζω

συμπιέζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, συμπιέζω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • συμπεριφέρομαι στα τούρκικα - davranmak, davranmaya, davranırlar, davranması, davranmasına
  • συμπεριφορά στα τούρκικα - davranış, tavır, davranışı, davranışları, davranışlar
  • συμπιεστής στα τούρκικα - kompresör, kompresörü, kompresörlümü, kompresörün
  • συμπλέκομαι στα τούρκικα - hücum, scrimmage, çarpışma, göğüs göğüse kavga, itişip kakışma
Τυχαίες λέξεις
Συμπιέζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sıkıştırmak, sıkıştırabilir, sıkıştırma, sıkıştırabilirsiniz, kompres