Ευδοκιμώ στα φινλανδικά
Μετάφραση: ευδοκιμώ, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
rehottaa, kukoistaa, viihtyä, menestyä, viihtyvät, menestyvät, menestymään
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευδοκιμώ
ευδοκιμώ ετυμολογία, ευδοκιμώ συνώνυμα, ευδοκιμώ βικιλεξικο, ευδοκιμώ συνώνυμο, ευδοκιμώ λεξικό γλώσσας φινλανδικά, ευδοκιμώ στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- ευδιάθετος στα φινλανδικά - suopea, riemukas, leppoisa, jocund
- ευδιάκριτος στα φινλανδικά - huomattava, silmiinpistävä, etevä, silmäänpistävä, selvä, erillinen, eri, ...
- ευελπιστώ στα φινλανδικά - toive, toivo, toivoa, toivon, toivottavasti, toivomme
- ευεπηρέαστος στα φινλανδικά - herkkä, passible
Τυχαίες λέξεις
Ευδοκιμώ στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: rehottaa, kukoistaa, viihtyä, menestyä, viihtyvät, menestyvät, menestymään
Μεταφράσεις: rehottaa, kukoistaa, viihtyä, menestyä, viihtyvät, menestyvät, menestymään