Μέση στα φινλανδικά
Μετάφραση: μέση, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
uuma, keskus, uumat, keskikohta, vyötärö, keskiö, vyötärön, vyötäröllä, vyötärölle, vyötäröltä
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μέση
μέση αρτηριακή πίεση, μέση ηλικία, μέση εκπαίδευση, μέση ωτίτιδα, μέση τιμή, μέση λεξικό γλώσσας φινλανδικά, μέση στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- μέρος στα φινλανδικά - tila, lokero, asento, soppi, läntti, kenno, piste, ...
- μέσα στα φινλανδικά - sisäpuoli, sisäisesti, sisälle, sisällä, sisäinen, kuluessa, alueella, ...
- μέσο στα φινλανδικά - varat, toimenpide, keino, konsti, koje, välineet, keinot, ...
- μέσον στα φινλανδικά - keino, välikappale, konsti, varat, väline, koje, toimenpide, ...
Τυχαίες λέξεις
Μέση στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: uuma, keskus, uumat, keskikohta, vyötärö, keskiö, vyötärön, vyötäröllä, vyötärölle, vyötäröltä
Μεταφράσεις: uuma, keskus, uumat, keskikohta, vyötärö, keskiö, vyötärön, vyötäröllä, vyötärölle, vyötäröltä