Ξυλώδης στα φινλανδικά

Μετάφραση: ξυλώδης, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
puumainen, woody, puuvartiset, puumaiset, puumaisten
Ξυλώδης στα φινλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξυλώδης

ξυλώδης βιομάζα, ξυλώδης λεξικό γλώσσας φινλανδικά, ξυλώδης στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • ξοδεύω στα φινλανδικά - viettää, kuluttaa, käyttää, viettävät, käyttävät
  • ξυλεία στα φινλανδικά - puut, parru, metsä, sahatavara, puutavara, puu, puutavaran, ...
  • ξυπνώ στα φινλανδικά - herättää, havahtua, vironnut, reipas, herätä, virkeä, herännyt, ...
  • ξυράφι στα φινλανδικά - partaveitsi, partaterä, partahöylä, razor, partakoneen, partakone
Τυχαίες λέξεις
Ξυλώδης στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: puumainen, woody, puuvartiset, puumaiset, puumaisten