Älves στα ελληνικά

Μετάφραση: älves, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαθουλωμένος, κούφιος, υπόκωφος, κοίλος, Άλβες, Alves, Alves ο
Älves στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • haldjas στα ελληνικά - νεράιδα, παραμύθι, παραμυθένιο, νεράιδων, παραμυθένια
  • kirurgia στα ελληνικά - ιατρείο, χειρουργική, χειρουργείο, χειρουργική επέμβαση, επέμβαση, εγχείρηση
  • kohasus στα ελληνικά - καταλληλότητα, ικανότητα, καταλληλότητας, σκοπιμότητα, την καταλληλότητα, σκοπιμότητας
  • molekul στα ελληνικά - μόριο, μορίου, μόριο που, μόριο του, το μόριο
Τυχαίες λέξεις
Älves στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαθουλωμένος, κούφιος, υπόκωφος, κοίλος, Άλβες, Alves, Alves ο