Adaptsioon στα ελληνικά
Μετάφραση: adaptsioon, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διασκευή, προσαρμογή, προσαρμογής, την προσαρμογή, Η προσαρμογή, Διασκευή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adapteerima στα ελληνικά - προσαρμόζω, διασκευάζω, προσαρμοστούν, προσαρμόσει, προσαρμόζει, προσαρμόσουν, προσαρμόζουν
- adapter στα ελληνικά - προσαρμογέας, προσαρμογέα, μετασχηματιστή, του προσαρμογέα, προσαρμοστή
- adekvaatne στα ελληνικά - επαρκής, επαρκή, επαρκείς, κατάλληλη, επαρκούς
- adekvaatselt στα ελληνικά - επαρκώς, κατάλληλα, δεόντως, επαρκή, ικανοποιητικά
Τυχαίες λέξεις
Adaptsioon στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διασκευή, προσαρμογή, προσαρμογής, την προσαρμογή, Η προσαρμογή, Διασκευή
Μεταφράσεις: διασκευή, προσαρμογή, προσαρμογής, την προσαρμογή, Η προσαρμογή, Διασκευή