Aneemiline στα ελληνικά
Μετάφραση: aneemiline, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναιμικός, αναιμικούς, αναιμική, αναιμικά, αναιμικοί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- andur στα ελληνικά - διαβιβαστής, ανιχνευτής, μεταδότης, πομπός, αισθητήρας, αισθητήρα, του αισθητήρα, ...
- aneemia στα ελληνικά - αναιμία, αναιμίας, της αναιμίας, αναιμία του, την αναιμία
- anekdoot στα ελληνικά - αστείο, ανέκδοτο, φιμώνω, το ανέκδοτο, ανέκδοτο που, ανέκδοτου, ανέκδοτο για
- anekdootlik στα ελληνικά - ανέκδοτα, ανέκδοτες, ανεπίσημα, ανεκδοτικά, αποσπασματικά
Τυχαίες λέξεις
Aneemiline στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναιμικός, αναιμικούς, αναιμική, αναιμικά, αναιμικοί
Μεταφράσεις: αναιμικός, αναιμικούς, αναιμική, αναιμικά, αναιμικοί