Galopp στα ελληνικά
Μετάφραση: galopp, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γκάλοπ, καλπάζω, καλπασμός, Ιππασία, καλπασμό, Gallop, καλπασμού
Μεταφράσεις
- galerii στα ελληνικά - θεωρείο, πινακοθήκη, στοά, γκάλερι, γκαλερί
- galopeerima στα ελληνικά - γκάλοπ, καλπασμός, καλπάζω, Ιππασία, καλπασμό, Gallop, καλπασμού
- galvaaniline στα ελληνικά - κάμψη, κάμψης, κάμψεως, την κάμψη, λύγισμα
- galvaniseerima στα ελληνικά - γαλβανίζω, ενδυνάμωσή, την ενδυνάμωσή, κινητοποιήσει, κινητοποιήσουν
Τυχαίες λέξεις
Galopp στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γκάλοπ, καλπάζω, καλπασμός, Ιππασία, καλπασμό, Gallop, καλπασμού
Μεταφράσεις: γκάλοπ, καλπάζω, καλπασμός, Ιππασία, καλπασμό, Gallop, καλπασμού