Καλπάζω στα εσθονικά
Μετάφραση: καλπάζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kappama, galopp, galopeerima, galopiga, galoppi, kihutama
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καλπάζω
καλπάζω συνώνυμο, καλπάζω συνωνυμο, καλπάζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, καλπάζω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- καλοφαγάς στα εσθονικά - gurmaan, maiasmokk, Gourmand, maias, nautlejatest, gurmaani
- καλοφτιαγμένος στα εσθονικά - klants, priske, sile, vormikas, Shapely, vormika, puhta vormi, ...
- καλπασμός στα εσθονικά - kappama, galopp, galopeerima, galopiga, galoppi, kihutama
- καλόβουλος στα εσθονικά - lahke, karastatud, leige, tuulega, tempereeritud
Τυχαίες λέξεις
Καλπάζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kappama, galopp, galopeerima, galopiga, galoppi, kihutama
Μεταφράσεις: kappama, galopp, galopeerima, galopiga, galoppi, kihutama