Kahetähenduslik στα ελληνικά

Μετάφραση: kahetähenduslik, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμφίβιος, ασαφής, διφορούμενος, διφορούμενη, διφορούμενο, διφορούμενες
Kahetähenduslik στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kahetsusvalu στα ελληνικά - οδύνη, θλίψη, λύπη, ο πόνος, τον πόνο, ο πόνος που, πόνος, ...
  • kahetsusväärne στα ελληνικά - ατυχής, αξιοθρήνητος, θλιβερός, ατυχές, ατυχή, λυπηρό, ατυχές το
  • kahevahelolek στα ελληνικά - δισταγμός, διστακτικότητα, η διστακτικότητα, δισταγμούς, διστακτικότητά
  • kahevalentne στα ελληνικά - αμφίβιος, δισθενής, δισθενή, δισθενές, δισθενούς, δισθενείς
Τυχαίες λέξεις
Kahetähenduslik στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμφίβιος, ασαφής, διφορούμενος, διφορούμενη, διφορούμενο, διφορούμενες