Kapp στα ελληνικά

Μετάφραση: kapp, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θήκη, υπόθεση, βαλίτσα, περιστατικό, ντουλάπι, ντουλάπα, ντουλαπιών, ντουλάπας, closet
Kapp στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kaplan στα ελληνικά - εφημέριος, ιερέας, ιερέα, εφημέριο, chaplain
  • kapott στα ελληνικά - κουκούλα, πίλος, καπό, κουκούλας, κάλυμμα, απορροφητήρα
  • kappama στα ελληνικά - καλπασμός, οπλή, γκάλοπ, καλπάζω, Ιππασία, καλπασμό, Gallop, ...
  • kapral στα ελληνικά - δεκανέας, σωματική, σωματικής, της σωματικής, η σωματική
Τυχαίες λέξεις
Kapp στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θήκη, υπόθεση, βαλίτσα, περιστατικό, ντουλάπι, ντουλάπα, ντουλαπιών, ντουλάπας, closet