Kappama στα ελληνικά
Μετάφραση: kappama, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καλπασμός, οπλή, γκάλοπ, καλπάζω, Ιππασία, καλπασμό, Gallop, καλπασμού
Μεταφράσεις
- kapott στα ελληνικά - κουκούλα, πίλος, καπό, κουκούλας, κάλυμμα, απορροφητήρα
- kapp στα ελληνικά - θήκη, υπόθεση, βαλίτσα, περιστατικό, ντουλάπι, ντουλάπα, ντουλαπιών, ...
- kapral στα ελληνικά - δεκανέας, σωματική, σωματικής, της σωματικής, η σωματική
- kapriis στα ελληνικά - καπρίτσιο, ιδιοτροπία, Caprice, Το Caprice
Τυχαίες λέξεις
Kappama στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καλπασμός, οπλή, γκάλοπ, καλπάζω, Ιππασία, καλπασμό, Gallop, καλπασμού
Μεταφράσεις: καλπασμός, οπλή, γκάλοπ, καλπάζω, Ιππασία, καλπασμό, Gallop, καλπασμού