Kese στα ελληνικά

Μετάφραση: kese, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κέντρο, οφθαλμός, μάτι, κέντρο της, κέντρου, το κέντρο, κέντρο του
Kese στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kerkiv στα ελληνικά - αυξανόμενες, αυξανόμενη, αυξάνεται, άνοδο, αυξάνονται
  • kesa στα ελληνικά - χέρσος, κιτρινωπός, αγρανάπαυση, σε αγρανάπαυση, αγρανάπαυσης, χέρσες
  • keset στα ελληνικά - μεταξύ, ανάμεσα, στη μέση του, στη μέση της, στη μέση, στα μέσα του, στο κέντρο της
  • keskaegne στα ελληνικά - μεσαιωνικός, μεσαιωνικό, μεσαιωνική, μεσαιωνικά, μεσαιωνικής
Τυχαίες λέξεις
Kese στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κέντρο, οφθαλμός, μάτι, κέντρο της, κέντρου, το κέντρο, κέντρο του