Kestma στα ελληνικά
Μετάφραση: kestma, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επεκτείνω, εκτείνω, εκτείνομαι, τελευταίος, τελευταία, τελευταίο, τελευταίων, περασμένο
Μεταφράσεις
- kestel στα ελληνικά - κατά την διάρκεια, κατά, κατά τη διάρκεια, διάρκεια, κατά τη διάρκεια της
- kestev στα ελληνικά - διαρκής, διαρκή, μόνιμη, διαρκούς, διαρκείας
- kestus στα ελληνικά - διάρκεια, διάρκειας, τη διάρκεια, διάρκειά, η διάρκεια
- kestvus στα ελληνικά - διάρκεια, αντοχή, αντοχής, την αντοχή, της αντοχής, συνεχούς
Τυχαίες λέξεις
Kestma στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επεκτείνω, εκτείνω, εκτείνομαι, τελευταίος, τελευταία, τελευταίο, τελευταίων, περασμένο
Μεταφράσεις: επεκτείνω, εκτείνω, εκτείνομαι, τελευταίος, τελευταία, τελευταίο, τελευταίων, περασμένο