Lehk στα ελληνικά

Μετάφραση: lehk, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βρώμα, δυσωδία, μπόχα, δυσοσμία, κακοσμία
Lehk στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lehine στα ελληνικά - Lehine, ο Lehine, Οι Lehine
  • lehitsema στα ελληνικά - αναμαλλιάζω, ξεφυλλίσει, ξεφυλλίσω, ξεφυλλίσετε, φυλλομετρούμε
  • lehkama στα ελληνικά - βρώμα, δυσωδία, βρωμάει, βρωμούσα του, αποφορά
  • lehkav στα ελληνικά - θαρραλέος, έτοιμος, κομμιώδες
Τυχαίες λέξεις
Lehk στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βρώμα, δυσωδία, μπόχα, δυσοσμία, κακοσμία