Passiivselt στα ελληνικά

Μετάφραση: passiivselt, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παθητικά, παθητική, παθητικώς, παθητικές, παθητικό
Passiivselt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • absorbeerima στα ελληνικά - απορροφώ, να, για, σε, με, για να
  • agressiivne στα ελληνικά - επιθετικός, επιθετική, επιθετικό, επιθετικές, επιθετικά
  • hooletu στα ελληνικά - απρόσεκτος, απρόσεκτη, απρόσεκτοι, απρόσεκτο, απρόσεκτες
  • lugemine στα ελληνικά - διάβασμα, ανάγνωση, ανάγνωσης, την ανάγνωση, αναγνώσεως
Τυχαίες λέξεις
Passiivselt στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παθητικά, παθητική, παθητικώς, παθητικές, παθητικό