Pikkus στα ελληνικά

Μετάφραση: pikkus, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μήκος, μήκους, διάρκεια, το μήκος, χρονικό
Pikkus στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ametikõrgendus στα ελληνικά - προαγωγή, ανάδειξη, προώθηση, προβιβασμός, προζύμη, προζύμης, προτίμηση του
  • eksponent στα ελληνικά - εκθέτης, εκθέτη, εκφραστής, εκφραστή, εκθετικό
  • kindlalt στα ελληνικά - σφικτά, ακράδαντα, σταθερά, καλά, σθεναρά, γερά
  • mitmekesistatud στα ελληνικά - ποικίλος, ποικίλες, ποικίλο, ποικίλη, πλούσιο
Τυχαίες λέξεις
Pikkus στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μήκος, μήκους, διάρκεια, το μήκος, χρονικό