Μήκος στα εσθονικά

Μετάφραση: μήκος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
pikkus, pikkuse, pikkusega, pikkust, pikkusest
Μήκος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μήκος

μήκος κύκλου, μήκος κύματος, μήκος λεπτού εντέρου, μήκος τόξου, μήκος πρόσοψης κτίσματος (μ.) (29), μήκος λεξικό γλώσσας εσθονικά, μήκος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • μέτωπο στα εσθονικά - otsmikuluu, otsaesine, laup, otsaesist, otsaesise, otsmik, laubale
  • μέχρι στα εσθονικά - kassa, kuni, moreen, et, on, üles
  • μήλο στα εσθονικά - õunapuu, õun, Apple, õuna, Apple'i, õuna-
  • μήνας στα εσθονικά - kuu, kuus, kuul, kuu jooksul, kuud
Τυχαίες λέξεις
Μήκος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: pikkus, pikkuse, pikkusega, pikkust, pikkusest