Ratifitseerima στα ελληνικά
Μετάφραση: ratifitseerima, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επικυρώνω, κυρώνω, επικυρώσουν, επικυρώσει, να επικυρώσουν, κυρώσουν, κυρώσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- joonistus στα ελληνικά - ζωγραφιά, σχέδιο, σχεδίου, κατάρτιση, σχεδίασης, σχέδια
- jäisus στα ελληνικά - ψυχρότητα, παγερότης, παγερότητα, παγερότητα η, ψυχρότης
- järelvaataja στα ελληνικά - επόπτης, επιτηρητής, αρχή εποπτείας, επιβλέπων, αρχή εποπτείας του, επόπτη
- mittekeeruline στα ελληνικά - αθωώς, απλές, απλοϊκά, απλοϊκό, απλοϊκή
Τυχαίες λέξεις
Ratifitseerima στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επικυρώνω, κυρώνω, επικυρώσουν, επικυρώσει, να επικυρώσουν, κυρώσουν, κυρώσει
Μεταφράσεις: επικυρώνω, κυρώνω, επικυρώσουν, επικυρώσει, να επικυρώσουν, κυρώσουν, κυρώσει