Sile στα ελληνικά
Μετάφραση: sile, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λείος, καλοφτιαγμένος, στιλπνός, γλοιώδης, άψογος, ομαλή, λεία, ομαλής, λείο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- determinant στα ελληνικά - καθοριστικός, ορίζουσα, καθοριστή, καθοριστικός παράγοντας, καθοριστικό παράγοντα
- jumalus στα ελληνικά - θεότητα, θεότητας, θεά, θεότητα που, θεού
- kitsus στα ελληνικά - σφίξιμο, στεγανότητα, στεγανότητας, σφίξιμο στο, στενότητα
Τυχαίες λέξεις
Sile στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λείος, καλοφτιαγμένος, στιλπνός, γλοιώδης, άψογος, ομαλή, λεία, ομαλής, λείο
Μεταφράσεις: λείος, καλοφτιαγμένος, στιλπνός, γλοιώδης, άψογος, ομαλή, λεία, ομαλής, λείο