Tühimik στα ελληνικά
Μετάφραση: tühimik, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χάσμα, κενό, χάσματος, διάκενο, διαφορά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- avameelselt στα ελληνικά - φανερά, ανοιχτά, ανοικτά, πιο ανοικτά, απροκάλυπτα
- barjäär στα ελληνικά - φράζω, μπάρα, φραγμός, εμπόδιο, φράγμα, μπαρ, εμποδίζω, ...
- desinfitseerima στα ελληνικά - απολυμαίνω, απολυμαίνουν, απολυμάνετε, την απολύμανση, απολυμαίνει, να απολυμαίνονται
- madrus στα ελληνικά - ναύτης, ναυτικός, ναύτη, ναυτικό, ναυτικού
Τυχαίες λέξεις
Tühimik στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χάσμα, κενό, χάσματος, διάκενο, διαφορά
Μεταφράσεις: χάσμα, κενό, χάσματος, διάκενο, διαφορά