Vägi στα ελληνικά

Μετάφραση: vägi, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βία, φιλοξενώ, οικοδεσπότης, δύναμη, εξαναγκάζω, μπορούσα, ισχύς, εξουσία, ισχύος, ισχύ
Vägi στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • elektrooniline στα ελληνικά - ηλεκτρονικός, ηλεκτρονικών, ηλεκτρονική, ηλεκτρονικά, ηλεκτρονικό
  • kasin στα ελληνικά - φειδωλός, λιτός, αυστηρός, εγκρατής, φτωχός, κακή, φτωχών, ...
  • kastanpruun στα ελληνικά - πυρόξανθος, κάστανο, καστανιά, καστανιές, καστανιάς, κάστανου
  • kavalalt στα ελληνικά - έξυπνα, πανουργώς, πονηρά, ύπουλα, με ύπουλο, πονηριά
Τυχαίες λέξεις
Vägi στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βία, φιλοξενώ, οικοδεσπότης, δύναμη, εξαναγκάζω, μπορούσα, ισχύς, εξουσία, ισχύος, ισχύ