Búnaður στα ελληνικά

Μετάφραση: búnaður, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξοπλισμός, γεωργία, εξοπλισμού, εξοπλισμό, τον εξοπλισμό, του εξοπλισμού
Búnaður στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • búandi στα ελληνικά - αγρότης, κάτοικος, κατοικούν, διαμένουν, κάτοικο, κατοίκου
  • búinn στα ελληνικά - πανέτοιμος, έτοιμος, ήταν, υπήρξε, έχουν, έχει, γίνει
  • búningur στα ελληνικά - ενδυμασία, ένδυμα, ενδυμασίας, Attire, την ενδυμασία
  • búr στα ελληνικά - κλουβί, κλωβό, κλωβού, κλωβός, κλουβιού
Τυχαίες λέξεις
Búnaður στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξοπλισμός, γεωργία, εξοπλισμού, εξοπλισμό, τον εξοπλισμό, του εξοπλισμού