Εξοπλισμός στα ισλανδικά
Μετάφραση: εξοπλισμός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
búnaður, búnað, búnaði, tæki, búnaðar
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξοπλισμός
εξοπλισμός παιδικής χαράς, εξοπλισμός εργαστηρίου, εξοπλισμός εργαστηρίου χημείας, εξοπλισμός γραφείου, εξοπλισμός νηπιαγωγείου, εξοπλισμός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εξοπλισμός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- εξονυχιστικός στα ισλανδικά - nákvæmur, gagnger, ítarlegur, ítarlega, Ítarleg, ítarlegu, nákvæma
- εξοπλίζω στα ισλανδικά - útbúnaður, Rig, bor, Búnaðurinn, borinn
- εξορία στα ισλανδικά - útlegð, segja útlægur gjör, Útlegðin, útlægur gjör
- εξορίζω στα ισλανδικά - relegate
Τυχαίες λέξεις
Εξοπλισμός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: búnaður, búnað, búnaði, tæki, búnaðar
Μεταφράσεις: búnaður, búnað, búnaði, tæki, búnaðar