Heimila στα ελληνικά

Μετάφραση: heimila, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιτρέπω, αφήνω, σπίτια, κατοικίες, τα σπίτια, κατοικιών, σπιτιών
Heimila στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • heim στα ελληνικά - σπίτι, Αρχική σελίδα, το σπίτι, στο σπίτι, σπιτιού
  • heimboð στα ελληνικά - συμβαλλόμενος, πρόσκληση, παρέα, Πρόσκλησης, πρόσκληση υποβολής, Προκήρυξη, Προσκλητήριο
  • heimild στα ελληνικά - κύρος, εξουσία, αυθεντία, άδεια, πηγή, εξουσιοδότηση, άδειας, ...
  • heimildaskrá στα ελληνικά - βιβλιογραφία, βιβλιογραφίας, βιβλιογραφία που, Πηγές Βιβλιογραφία, βιβλιογραφική
Τυχαίες λέξεις
Heimila στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιτρέπω, αφήνω, σπίτια, κατοικίες, τα σπίτια, κατοικιών, σπιτιών