Orðabók στα ελληνικά
Μετάφραση: orðabók, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λεξικό, λεξικού, Dictionary
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- orsök στα ελληνικά - λόγος, αιτιολογία, σκοπός, προξενώ, αιτία, προκαλώ, αιτίας, ...
- orð στα ελληνικά - λέξη, λόγια, λέξεις, λέξεων, δηλαδή, φράση
- ostur στα ελληνικά - τυρί, τυριού, τυριών, τυριά, το τυρί
- pabbi στα ελληνικά - μπαμπάς, μπαμπά, τον μπαμπά, ο μπαμπάς, Dad
Τυχαίες λέξεις
Orðabók στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λεξικό, λεξικού, Dictionary
Μεταφράσεις: λεξικό, λεξικού, Dictionary